Γιατί απαιτείται σχέδιο εκτάκτου ανάγκης μετά τις εκλογές

By Ιούνιος 6, 2019

Του Κωνσταντίνου Δέδε

Ένα είναι το ζητούμενο, εκτός από την αυτοδυναμία, στις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου. Η κυβέρνηση που θα κληθεί να συγκροτήσει, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η Νέα Δημοκρατία, να λειτουργήσει με ρυθμούς, πρωτόγνωρα, γρήγορους. Κι αυτό διότι μπορεί η σύντομη προεκλογική περίοδος να αποτρέπει το «ξεχαρβάλωμα» της οικονομίας, ωστόσο, απαιτείται οργανωμένο και άμεσα εφαρμόσιμο σχέδιο, προκειμένου η χώρα να αφήσει οριστικά πίσω της τα χειρότερα.

Ο λόγος; Το πενιχρό έργο του ΣΥΡΙΖΑ που εξαντλήθηκε στην ολοκλήρωση του αναπτυξιακού προγράμματος των προκατόχων του, της συγκυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ. Έκοψε κορδέλες, εγκαινίασε δρόμους, ολοκλήρωσε ιδιωτικοποιήσεις, που βρήκε σχεδόν έτοιμες από τους «προηγουμένους». Όλα αυτά θα ήταν καλοδεχούμενα, εάν η απερχόμενη κυβέρνηση δεν είχε να επιδείξει ελάχιστη προνοητικότητα για τη δημιουργία της επόμενης γενιάς έργων που είναι αναγκαία για να τροφοδοτήσουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της ελεγκτικής εταιρείας PwC, το ανεκτέλεστο υπόλοιπο των έργων υποδομής, που ανέρχεται σε 25 δισ. ευρώ, υπολείπεται του ιστορικού ρυθμού επενδύσεων κατά περίπου 4,1 δισ. ευρώ μέχρι το 2024. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ελλείψει των αναγκαίων επενδύσεων, το ΑΕΠ μπορεί να μειώνεται, ετησίως, κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την ανάπτυξη.

Υπολογίζεται ότι τα έργα υποδομής έχουν πολλαπλασιαστή 1,8, δηλαδή τα αναπτυξιακά οφέλη που δημιουργούν είναι ιδιαίτερα σημαντικά, κάτι που αγνοεί επιδεικτικά τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια η κυβέρνηση. Και δυστυχώς οι περιπτώσεις είναι πολυάριθμες.

Η κατασκευή του οδικού άξονα Πάτρα-Πύργος, δεν έχει ακόμη ξεκινήσει. Κι ας έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από τον Μάρτιο του 2015, όταν ο υπουργός Υποδομών Χρ. Σπίρτζης ακύρωσε έναν έτοιμο διαγωνισμό με πρόσχημα τη συμμετοχή στο έργο πολλών τεχνικών εταιρειών. Τελικά, οι δύο -έναντι τεσσάρων όπως επιθυμούσε αρχικά ο ΣΥΡΙΖΑ- από τις συνολικά οκτώ εργολαβίες κατέληξαν να ανατεθούν σε εταιρεία -φιλικά προκείμενη στην κυβέρνηση- που αδυνατεί να προσκομίσει τις απαραίτητες εγγυητικές επιστολές.

Θα υποστηρίξει κάποιος, η κυβέρνηση ολοκλήρωσε τους μεγάλους οδικούς άξονες. Αφότου, όμως, το 2015 λόγω του αχρείαστου δημοψηφίσματος που οδήγησε σε capital controls, προκάλεσε την αναστολή των κατασκευαστικών εργασιών σε αυτούς. Και αφότου, έδωσε «πανωπροίκι» 500 εκατ. ευρώ στους εργολάβους για να επανεκκινήσουν τα έργα.
Επίσης, ολοκλήρωσε αριθμό αποκρατικοποιήσεων, οι οποίες, βέβαια, ήταν, ήδη, σε προχωρημένο στάδιο, με ενέργειες της κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ. Οι πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις περιλαμβάνουν την παραχώρηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων, τα δύο μεγαλύτερα λιμάνια της χώρας, ΟΛΠ και ΟΛΘ, την επέκταση της σύμβασης παραχώρησης στο αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος και την πώληση του ΔΕΣΦΑ.

Το ερώτημα όμως είναι εάν η επόμενη κυβέρνηση θα βρει κάποιο ολοκληρωμένο σχέδιο αξιοποίησης κρατικών περιουσιακών στοιχείων, όπως είχε την τύχη να παραλάβει από τους «προηγούμενους» ο ΣΥΡΙΖΑ. Η απάντηση είναι αρνητική.

Ώριμα έργα δεν υπάρχουν και είναι χαρακτηριστικό του modus operandi της κυβέρνησης ότι τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια, η μεγάλη επένδυση του Ελληνικού παραμένει «παγωμένη». Εάν λάβουμε υπόψη τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τη δέσμευση της χώρας σε δυσβάσταχτα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022, το πρόβλημα ρευστότητας κρατικών εταιρειών, όπως η ΔΕΗ και τα ΕΛΤΑ και την αύξηση του συνολικού ιδιωτικού ληξιπρόθεσμου χρέους στα 226 δισ. ευρώ, γίνεται κατανοητό ότι απαιτείται ένα σχέδιο εκτάκτου ανάγκης.

Ευτυχώς, η Νέα Δημοκρατία διαθέτει ολοκληρωμένο σχέδιο που θα εφαρμόσει από την πρώτη ημέρα, με στόχο την προώθηση, προσέλκυση και ολοκλήρωση μεγάλων επενδύσεων, όπως αυτή της αξιοποίησης του Ελληνικού, που μπορεί να αλλάξει συνολικά την ελληνική οικονομία.

* Ο κ. Δέδες είναι δικηγόρος-σύμβουλος επενδύσεων

Δημοσιεύτηκε στο www.capital.gr